7/4/2017
Στου σπιτιού μου την αυλή,
κύλησε μια πέτρα
κι η ευωδιά ξεχύθηκε
απ'την ξεχασμένη τέφρα.
Είχα αδερφό στα σκοτεινά,
στη λύπη κολυμπούσε
κι ήρθε με ρούχα γιορτινά,
με βρήκε και γελούσε.
Μια αγκαλιά τεράστια,
άνοιξα να τον κλείσω,
από τη λύπη στη χαρά
ευθύς να τον γεμίσω.
Ήταν η μέρα η βουβή
που έφτασε και μου είπε
το νέο το χαρμόσυνο
καμπάνα που χτυπούσε!
Παρασκευή,πατέρα μου,
έφυγες μακριά μας,
γαλήνη στα ύψη τα ιερά
για σένα στην καρδιά μας.
Μα είχες το βλέμμα άγρυπνο
σε όλους μας εδώ κάτω,
στον ύπνο μας σε βλέπαμε
με λόγο,πάντα,σταράτο.
Πώς η ψυχή σου βάραινε,
πατέρα μου,στα χρόνια,
ξέρω,μα τώρα θα'σαι πια,
ανάλαφρος αιώνια!
Στον τόπο θα'ρθεί το δίκιο του
για κείνον που πιστεύει,
τις αγωνίες,τα βάσανα,
αν ξέρει να παλεύει.
Μην το ρωτήσεις το δεντρί,
πώς στέκει στη μεριά του,
γιατ'έχει ρίζα δυνατή
και τον Θεό κοντά του!!!
Μαρία Σταθουλοπούλου
κύλησε μια πέτρα
κι η ευωδιά ξεχύθηκε
απ'την ξεχασμένη τέφρα.
Είχα αδερφό στα σκοτεινά,
στη λύπη κολυμπούσε
κι ήρθε με ρούχα γιορτινά,
με βρήκε και γελούσε.
Μια αγκαλιά τεράστια,
άνοιξα να τον κλείσω,
από τη λύπη στη χαρά
ευθύς να τον γεμίσω.
Ήταν η μέρα η βουβή
που έφτασε και μου είπε
το νέο το χαρμόσυνο
καμπάνα που χτυπούσε!
Παρασκευή,πατέρα μου,
έφυγες μακριά μας,
γαλήνη στα ύψη τα ιερά
για σένα στην καρδιά μας.
Μα είχες το βλέμμα άγρυπνο
σε όλους μας εδώ κάτω,
στον ύπνο μας σε βλέπαμε
με λόγο,πάντα,σταράτο.
Πώς η ψυχή σου βάραινε,
πατέρα μου,στα χρόνια,
ξέρω,μα τώρα θα'σαι πια,
ανάλαφρος αιώνια!
Στον τόπο θα'ρθεί το δίκιο του
για κείνον που πιστεύει,
τις αγωνίες,τα βάσανα,
αν ξέρει να παλεύει.
Μην το ρωτήσεις το δεντρί,
πώς στέκει στη μεριά του,
γιατ'έχει ρίζα δυνατή
και τον Θεό κοντά του!!!
Μαρία Σταθουλοπούλου