Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα πράγματα που μου ζητήθηκε στο ταξίδι σπουδών που μόλις ολοκλήρωσα, ήταν και μια διασκευή στην τελευταία σκηνή του διάσημου έργου του Σάμιουελ Μπέκετ "Περιμένοντας τον Γκοντό". Την υπόθεση του έργου θα τη βρείτε εύκολα, σας παραθέτω το δικό μου κείμενο, ελπίζοντας να το βρείτε διασκεδαστικό. Σίγουρα θα σας κάνει να σκεφτείτε πολλά.
ΒΛΑΔΙΜΗΡΟΣ: Έτσι όπως καθόμαστε εδώ και περιμένουμε τον
Γκοντό σκέφτομαι...
ΕΣΤΡΑΓΚΟΝ: Τι σκέφτεσαι; Εγώ νύσταξα.(βγάζει τις αρβύλες του
και γέρνει κουρασμένος στο πλάι)
ΒΛΑΔΙΜΗΡΟΣ: Σκέφτομαι να πάμε αύριο να βρούμε εμείς τον
Γκοντό. Ε, με άκουσες; (τον σκουντάει, εκείνος δεν
ανταποκρίνεται. Του πετάει την αρβύλα.)
ΕΣΤΡΑΓΚΟΝ: Ωχ! Το κεφάλι μου, τι σου έφταιξα ο καημένος;
ΒΛΑΔΙΜΗΡΟΣ: Να μάθεις να με προσέχεις!Λοιπόν, για πες,
συμφωνείς;
ΕΣΤΡΑΓΚΟΝ: Για ποιο πράγμα;
ΒΛΑΔΙΜΗΡΟΣ: Να πάμε εμείς στον Γκοντό.
ΕΣΤΡΑΓΚΟΝ: (ξύνει το κεφάλι του) Και πού θα τον βρούμε;
ΒΛΑΔΙΜΗΡΟΣ: Ε; (σκύβει το κεφάλι του κοιτώντας το δάπεδο).
Σωστά. Ενώ αν περιμένουμε εδώ, μπορεί και
να περάσει.
ΕΣΤΡΑΓΚΟΝ: Να και μια φορά που έχω δίκιο. Άσε με να κοιμηθώ
ώσπου να έρθει(ξαναξαπλώνει κι αποκοιμιέται).
ΒΛΑΔΙΜΗΡΟΣ: Εσύ να κοιμάσαι κι εγώ να φυλάω σκοπιά, ε; Από
την άλλη, μοιάζει δίκαιο, μετά από ό,τι σου
συνέβη, σου είπα να κοιμηθείς κι εγώ θα σε
προσέχω. (μονολογεί). Ευτυχώς που υπάρχει κι
αυτό το δέντρο. Αυτό δε μπορεί να είναι γέννημα
της φαντασίας μας. Το βλέπουμε και οι δύο
(γυρίζει και κοιτάζει τον Εστραγκόν), τώρα το
βλέπω μόνος μου, αλλά πριν το βλέπαμε και οι
δύο, επομένως όλα όσα συνέβησαν σήμερα
συνέβησαν πραγματικά...σήμερα; Χθες...
τελοσπάντων, λίγο πριν κοιμηθεί ο Γκογκό. Λες;
Λες, αν κοιμηθώ κι εγώ να αλλάξει η μέρα; Κι
αν αλλάξει η μέρα την ώρα που ξυπνήσει ο
Γκογκό; Μετά η μέρα θα αλλάξει για εκείνον,
ενώ για εμένα θα αλλάξει μόλις ξυπνήσω. Ναι,
αλλά θα ξυπνήσω και θα είναι η ίδια μέρα με
εκείνη που θα ζει ο Γκογκό; Ή μήπως θα είναι
μια άλλη μέρα και μάλιστα μπορεί και να μη με
γνωρίζει; Περίεργο πράγμα ο χρόνος! Τρένο
με βαγόνια και ζήτημα είναι να βρεθείς στο ίδιο
βαγόνι με εκείνον που ήσουν δίπλα στο σταθμό.
ΕΣΤΡΑΓΚΟΝ:(Γυρίζει πλευρό και κοιτάει με μισάνοιχτα μάτια τον
Βλαδίμηρο). Εσύ είσαι;
ΒΛΑΔΙΜΗΡΟΣ: (Ενθουσιάζεται που τον αναγνωρίζει). Φίλε μου,
καλέ μου, Γκογκό, ώστε με αναγνωρίζεις, λοιπόν;
(τον αγκαλιάζει, αλλά αποτραβιέται απότομα από τη μπόχα των ποδιών του με ύφος αηδίας).
ΕΣΤΡΑΓΚΟΝ: Ξημέρωσε;
ΒΛΑΔΙΜΗΡΟΣ: Όχι. Ακόμα νύχτα είναι και ευτυχώς που είναι η
ίδια νύχτα με τη νύχτα που έπεσες να κοιμηθείς.
ΕΣΤΡΑΓΚΟΝ: Δεν καταλαβαίνω τίποτα.
ΒΛΑΔΙΜΗΡΟΣ: Κάτι δικά μου... αλλά για σκέψου καλέ μου
Γκογκό, να ξύπναγες αύριο και να μη με γνώριζες.
Για σκέψου, να κοιμόμουν εγώ και να ξύπναγα
άλλη μέρα από εκείνη που ξύπνησες εσύ;
ΕΣΤΡΑΓΚΟΝ: Μα, γίνονται αυτά τα πράγματα;
ΒΛΑΔΙΜΗΡΟΣ: Πώς δε γίνονται; Ο Πότζο πώς το έπαθε; Χθες
έβλεπε, σήμερα δε βλέπει, είναι, λέει, τυφλός και
δε θυμάται και εμάς. Η όρασή του, βεβαίως,
ήταν, όπως ανέφερε, εξαιρετική.
ΕΣΤΡΑΓΚΟΝ: Ναι, αλλά υπάρχει το δέντρο!
ΒΛΑΔΙΜΗΡΟΣ: Το βλέπω. Και λοιπόν;
ΕΣΤΡΑΓΚΟΝ: Αφού το βλέπουμε και οι δύο, πάει να πει ότι δεν
είμαστε τυφλοί...
ΒΛΑΔΙΜΗΡΟΣ: Άσε που ξυπνήσαμε και στην ίδια μέρα!
ΕΣΤΡΑΓΚΟΝ: Είναι σίγουρο αυτό;
ΒΛΑΔΙΜΗΡΟΣ: Ε, βέβαια! Κοίτα το δέντρο! Είναι ακριβώς όπως
και χθες.
ΕΣΤΡΑΓΚΟΝ: Κι εγώ σου λέω πως δεν είναι.
ΒΛΑΔΙΜΗΡΟΣ: Είναι! Είναι κλαίουσα, όπως και χθες.
ΕΣΤΡΑΓΚΟΝ: Ναι, αλλά πόσος χρόνος πέρασε από χθες μέχρι
σήμερα; Πώς είμαστε σίγουροι ότι έχει τον ίδιο
αριθμό φύλλων που έχει και σήμερα;
ΒΛΑΔΙΜΗΡΟΣ: Κλαίουσα και με τον ίδιο αριθμό φύλλων,
μάλιστα και είμαι πολύ σίγουρος!
ΕΣΤΡΑΓΚΟΝ: Μπα, θα αλλάξαμε τα καπέλα μας,δεν εξηγείται
αλλιώς, είσαι σίγουρος ότι δεν πήρες το καπέλο
μου κι εγώ το δικό σου;
ΒΛΑΔΙΜΗΡΟΣ: ΄Ωχου, δεν πρόκειται να χάσω τον χρόνο μου
για να σε κάνω να καταλάβεις.
ΕΣΤΡΑΓΚΟΝ: Γιατί, πού έχεις να πας; Εδώ δεν είπαμε να περιμέ-
νουμε τον Γκοντό; Ας μετρήσουμε τουλάχιστον τα
φύλλα του δέντρου. Αν αποδειχθεί ότι δεν έχει τον
ίδιο αριθμό φύλλων με χθες, τότε κέρδισα.
ΒΛΑΔΙΜΗΡΟΣ: Ίδιος ξε ίδιος ο αριθμός των φύλλων,εγώ θα
μείνω εδώ(κάθεται κάτω από το δέντρο).
ΕΣΤΡΑΓΚΟΝ: (Φοράει τις αρβύλες του). Κι εγώ εδώ θα μείνω.
Κράτα με, θα ανέβω στο δέντρο να μετρήσω τα
φύλλα.
ΒΛΑΔΙΜΗΡΟΣ: (Σαρκαστικά) Έτσι, όπως θα είσαι εκεί πάνω ρίξε
και μια ματιά να δεις μήπως έρχεται ο Γκοντό!
ΕΣΤΡΑΓΚΟΝ: (Ανεβαίνει και αρχίζει το μέτρημα των φύλλων).
Ένα, δύο, τρία, τέσσερα...Βλαδίμηρε!
ΒΛΑΔΙΜΗΡΟΣ: Τι έγινε; Έρχεται ο Γκοντό;
ΕΣΤΡΑΓΚΟΝ: Βοήθησέ με να κατέβω.
ΒΛΑΔΙΜΗΡΟΣ: Γιατί, τα μέτρησες όλα τα φύλλα;
ΕΣΤΡΑΓΚΟΝ: Όχι, αλλά και να τα μετρήσω θα βρω έναν αριθμό.
ΒΛΑΔΙΜΗΡΟΣ: Κι εγώ έτσι λέω. Και;
ΕΣΤΡΑΓΚΟΝ: Για να συγκρίνω αυτόν τον αριθμό φύλλων που θα
βρω με εκείνον που ήταν χθες, θα έπρεπε να
γνωρίζω ποιος ήταν χθες ο αριθμός των φύλλων.
ΒΛΑΔΙΜΗΡΟΣ: Σωστά. Οπότε, πρέπει να βρούμε άλλον τρόπο να
μετρήσουμε τον χρόνο. Χμμμ...Το αγόρι.
ΕΣΤΡΑΓΚΟΝ: Ε, τι το αγόρι;
ΒΛΑΔΙΜΗΡΟΣ: Αν ξαναέρθει το αγόρι, θα έχει περάσει άλλη μια
μέρα που ο Γκοντό δεν ήρθε. Και θα είμαστε στην
ίδια μέρα και εγώ και εσύ για να το ακούσουμε
με τα αυτιά μας.
ΒΛΑΔΙΜΗΡΟΣ: (Ενθουσιάζεται) Σωστά! Ας καθίσουμε, λοιπόν,
να περιμένουμε και οι δύο το αγόρι.
ΕΣΤΡΑΓΚΟΝ: Το αγόρι ή τον Γκοντό; Ποιον από τους δύο;
ΒΛΑΔΙΜΗΡΟΣ: Όποιον από τους δύο και αν περιμένουμε, θα
είμαστε συνεπείς, ωστόσο στον αρχικό μας
στόχο!
                                                                 ΑΥΛΑΙΑ
 
 Ιτιά, το δέντρο του φεγγαριού, των μύθων και των θρύλων — Will o'Wisps

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Το αστεράκι