
Στης ψυχής το βωμό στέκω Κι εγώ που άλλο τίποτα δε βλέπω, κοιτάζω τις πληγές της μες στο σκοτάδι και τον παγωμένο αέρα. Τίποτα δε θα αγγίξω μύρο θα στάξω μόνο. Τούτο σου πρέπει να γίνει. Άγιος ο άνθρωπος που μπόρεσε να αγαπήσει μ' όλα του κόσμου του τα τραύματα κι άλλον άνθρωπο να δει στα μάτια, λιβάνι οσμίσου γύρω του ν' απλώνει τους καπνούς του χρυσάφι το αίμα που πάγωσε, αφού αχόρταγα ανάβλυσε απ' της καρδιάς τα βάθη.... Γονατίζοντας χτυπώ για να μπω, θα ανοίξεις;